Σκέψεις για τον θρησκευτικό συγκριτισμό.

Δεν θα ήθελα να είμαι άλλος ένας που μιλά απλώς  ενάντια στη θρησκεία. Στο κάτω κάτω την βρίσκει κανείς παντού όπως βρίσκει και την δίψα. Κι αν διψάς δεν τα βάζεις με τη δίψα μα με τον εαυτό σου, τα βάζεις  με το νερό που δεν βρίσκεις. Έτσι αν κάποιοι ξεκίνησαν με την θρησκεία αλλά έμειναν εκεί σίγουρα είναι ένα θέμα αλλά δεν είναι το πρόβλημα ούτε η αιτία του.

Σίγουρα η θρησκεία είναι υποπροϊόν της αναζήτησης του Θεού. Η ανάγκη μέσα σε όλους  μας να υπάρχει μια τέτοια ενέργεια δηλώνει κάποιον νόμο  που ισχύει για όλους. Δείχνει μια ανάγκη  που ζητάει ικανοποίηση. Μια εσωτερική ένδειξη που πολύ ήσυχα, αλλά ξεκάθαρα δηλώνει  μια εσωτερική διένεξη, την οποία όσο ορθολογικά και αν αναλύσουμε δεν μπορούμε να αποφύγουμε την παρατήρηση ότι η ύπαρξή της δεν εξηγείται.

Εδώ και χρόνια πάντως είχε γίνει αντιληπτή μια τάση η μια ώθηση των παγκόσμιων θρησκευτικών πραγμάτων προς μια συγκριτική θρησκεία. Μια πανθρησκεία όπου όλοι και όλα θα ενώνονται. Αρχικά ήταν πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς πως θα μπορούσε μια χριστιανική θεώρηση της ζωής και του θανάτου να ενωθεί με μια ινδουιστική ή μια παγανιστική. Πολλοί αντιδρούν σε αυτή την  εξέλιξη, και  αναπτύσσοντας μια πολεμική  «ταμπουρώνονται» σε δόγματα και πιστεύω, παραδόσεις, θρησκευτικές πρακτικές και έτσι νομίζουν ότι διασφαλίζεται  η μη συγχώνευση των θρησκειών.  Καθώς όμως οι καιροί προχωρούν και αλλάζουν διαφαίνονται τα καινούργια δεδομένα  που αλλάζουν άρδην το σκηνικό.

Σίγουρα θα είχε πολύ ενδιαφέρον να ερευνήσει κανείς πως γίνεται αυτό σε όλες τις θρησκείες. Όσον αφορά το χριστιανισμό πάντως θα ήθελα να καταθέσω μια αιτία πολύ σημαντική και ουσιαστική κατά τη γνώμη μου που έχει συντελέσει στο πέρασμα των αιώνων στην ίδια του την αδρανοποίηση.

Αυτό θα μπορούσε να ονομαστεί: « Η αλλοίωση του μηνύματος του ευαγγελίου» ( της καλής αγγελίας δηλαδή που μήνυσε ο Θεός στους ανθρώπους)Το μήνυμα αυτό προϋπήρχε μέσα σε συμβολισμούς και παρομοιώσεις που διέσωσε ο Θεός σε όλη την Παλαιά Διαθήκη και διακηρύχθηκε ανοιχτά για πρώτη φορά από τον Χριστό και στη συνέχεια από τους αποστόλους.   Σε αυτό το μήνυμα ο Θεός εκφράζει τον ζήλο του να γλιτώσει τον άνθρωπο από τον αιώνιο  θάνατο με τρόπο που και με δυνάμεις που θα πηγάζουν εξ ολοκλήρου από Εκείνον. Ωστόσο πολύ γρήγορα ακόμα και στους  πρώτους Χριστιανούς το βάρος δόθηκε στο ρόλο του ανθρώπου, ρόλος  που τον κατέδειξε σαν έναν ολέθριο αδύναμο κρίκο.  Ο πρωτεύον ρόλος του Χριστού ως το κέντρο της πίστης μας, μετακινήθηκε στα «ορθά» δόγματα. Η αγαπητική σχέση με Αυτόν και η ελεύθερη πρόσβαση προς τον Πατέρα Θεό μέσα σε ένα κλίμα αγάπης και ζωής που πηγάζει από Εκείνον καταστράφηκε πάραυτα. Ο Χριστιανισμός μετατράπηκε σε άλλη μία ηθικοπλαστική και ανιαρή σε πολλές περιπτώσεις διδασκαλία. Οι ζωές των ανθρώπων του, συχνά φυλακίζονται μέσα σε ένα κλουβί ενοχής και αυτολύπησης.  Οι συνείδησή τους  ναρκωμένη μέσα στα «καλά έργα» και στην «ευσέβεια»  έχει χάσει την ικανότητά της, να τους κάνει να πονέσουν για την κατάστασή τους ώστε να ξυπνήσουν και να αναζητήσουν τη λύση. Τα διάφορα ήδη ασκητισμού προσφέρουν “πνευματικά” δεκανίκια επιδεινώνοντας  το πρόβλημα. Πέρα από αυτό όμως, την ίδια στιγμή η Πίστη στον Ιησού  Χριστό έχει μετατραπεί σε μια κοινή θρησκεία, με  τα “πρέπει” της τις αμαρτίες της, τους αγίους της, τα τελετουργικά της, τις παραδόσεις της κλπ.

Τα λόγια του Ιησού «όταν έρθει ο Υιός τού ανθρώπου, άραγε θα βρει την πίστη επάνω στη γη;» φαντάζουν επίκαιρα περισσότερο από ποτέ δεν νομίζετε;


Δημοσιεύτηκε

σε

από