Αλλάζοντας κατεύθυνση

Περιδιαβαίνοντας στην Αθήνα σκάλωσα στην παρακάτω εικαστική παρέμβαση. Η οποία κατά τη γνώμη μου λέει πολλά, όταν εμφανίζεται σε μια πόλη που φθίνει. Μια πόλη που τα κλειστά μαγαζιά αρχίζουν να είναι το σύνηθες, που οι ζητιάνοι και οι άστεγοι πληθαίνουν, που τα ναρκωτικά ο τζόγος και η πορνεία έχουν εκτιναχθεί στα ύψη, που οι αυτοκτονία φαντάζει σαν λύση για όλο και περισσότερους, και που δικαιώνεται ο άδικος ενώ καλύπτεται ο απατεώνας.

Την είχα ξαναδεί και όταν πρωτομπήκε, αλλά με φόντο την πόλη μας στην συγκεκριμένη χρονική συγκυρία αποκτά άλλη διάσταση.  Τότε μάλιστα κάπου διάβασα ένα σχόλιο, σχετικά με το ότι αυτό που βλέπει κανείς με την πρώτη ματιά είναι τα χέρια που δεν απευθύνονται στον ουρανό αλλά προς τη γη. Μάλιστα συμπλήρωνε ο συντάκτης ότι οι άνθρωποι απελπισμένοι δε ζητούν πια κάποια θεϊκή λύση αλλά στρέφονται προς τη Γη. Της οποίας ο φλοιός από στιγμή σε στιγμή θα σπάσει για να βγει από κει μια καταχθόνια λύση.

 

Το ερώτημα βέβαια είναι το αν ζητήσαμε ποτέ σαν λαός μια  θεϊκή λύση, ώστε τώρα να  στρεφόμαστε στην καταχθόνια. Επειδή το θέμα είναι ότι ο κάτοικος αυτής της πόλης, μάλλον δεν αντιλαμβάνεται ότι ήδη ζει μια λύση που του προσφέρεται από τα καταχθόνια. Αυτή που του δίνεται εδώ και αιώνες  ξανά και ξανά και που προέρχεται από το ίδιο σύνολο αναφοράς. Αυτή η λύση, ως συνέπεια, τον καταδικάζει να μείνει αυτός που είναι. Μη μπορώντας όμως να το αντιληφθεί απομένει να την πιπιλάει χωρίς αποτέλεσμα.

 

Αυτή η «λύση» είναι, κατά τη γνώμη μου, το ότι πάντοτε του προτείνεται (και αυτός το αποδέχεται) να στρέφεται “προς τα κάτω” ζητώντας λύση στο θνητό εαυτό του και στις δυνάμεις που διαθέτει. Τους τελευταίους αιώνες δοκίμασε ως λύση την αλλαγή του τρόπου διακυβέρνησης, την επιστήμη, την παιδεία, τον ευδαιμονισμό, την κάθε μορφής πρόοδο. Αλλά στην πραγματικότητα λύση δεν έχει βρεθεί. Επειδή, όταν συνεχίζουν να μετρώνται σε εκατομμύρια, άνθρωποι που πεθαίνουν απ την πείνα, άνθρωποι που δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό νερό, παιδιά που πεθαίνουν από ιλαρά, τότε η όποια επί μέρους επιτυχία του δεν μπορεί να θεωρηθεί λύση, επειδή δεν μπορεί να εφαρμοστεί παντού.

 

Από την άλλη πλευρά στη χώρα μας πολλοί θεωρούν ότι έχουν εξαντλήσει τις έξωθεν λύσεις πιστεύοντας ότι τα στείρα αποτελέσματα από την ενασχόληση τους με τη θρησκεία είναι ικανή απόδειξη. Και έτσι απορρίπτουν την άποψη που αναφέρω παραπάνω θεωρώντας ότι κάτι πρέπει να κάνουν. Όμως υπάρχει αβυσσαλέα διαφορά μεταξύ του θρησκεύεσθαι και του ζειν σε κοινωνία με τον Θεό, αντλώντας ζωή από Εκείνον. Ο καθένας από μας μπορεί να γίνει θρήσκος, μπορεί να ζει μια ζωή κοντά στη θρησκεία, μπορεί να σηκώνει τα χέρια ψηλά καθώς προσεύχεται, αλλά στην πραγματικότητα και πάλι γυρνάει στον εαυτό του για λύσεις. Φτιάχνει θεούς και τους ονομάζει με το όποιο όνομα και έπειτα τους συντηρεί. Και βεβαίως έχει δίκιο ο Καζαντζάκης που μιλώντας στον θεό του, λέει θεέ μου εγώ είμαι η αιτία που υπάρχεις. Και βεβαίως αυτή η σκέψη είναι απόλυτα σωστή εφόσον μιλάμε για έναν τέτοιο θεό. Κατά συνέπεια όμως πρέπει να δεχθούμε επίσης ότι κάθε ένας που μέχρι τώρα προσέγγιζε έτσι τον Θεό, στην πραγματικότητα ποτέ δεν έχει προσεγγίσει τον αληθινό Θεό αλλά ένα είδωλό του εαυτού του. Έτσι συνεχίζει να υπάρχει και για αυτόν η μόνη επιλογή να αφήσει την καταχθόνια λύση και να στραφεί στον Θεό αληθινά.


Δημοσιεύτηκε

σε

από